- αποστέργω
- -όστερξα, αποστρέφομαι, δεν αγαπώ, περιφρονώ: Από μετριοφροσύνη απόστεργε το θόρυβο και τη λεγόμενη προβολή.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ἀποστέργω — get rid of love pres subj act 1st sg ἀποστέργω get rid of love pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποστέργω — (ΑΜ ἀποστέργω) δεν δέχομαι κάτι, αποποιούμαι αρχ. 1. αποβάλλω την αγάπη, δεν αγαπώ πια 2. αντιπαθώ, σιχαίνομαι … Dictionary of Greek
ἀποστέργει — ἀποστέργω get rid of love pres ind mp 2nd sg ἀποστέργω get rid of love pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστέργοντα — ἀποστέργω get rid of love pres part act neut nom/voc/acc pl ἀποστέργω get rid of love pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστέργοντι — ἀποστέργω get rid of love pres part act masc/neut dat sg ἀποστέργω get rid of love pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστέργουσιν — ἀποστέργω get rid of love pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἀποστέργω get rid of love pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστέρξαι — ἀποστέργω get rid of love aor inf act ἀποστέρξαῑ , ἀποστέργω get rid of love aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστέρξεις — ἀποστέργω get rid of love aor subj act 2nd sg (epic) ἀποστέργω get rid of love fut ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπέστεργον — ἀποστέργω get rid of love imperf ind act 3rd pl ἀποστέργω get rid of love imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποστέργεις — ἀποστέργω get rid of love pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)